Παρασκευή 10 Ιανουαρίου 2014

Η σημασία του κέντρου βάρους του σώματος στο τένις

Η στάση του σώματος υπακούει σε συγκεκριμένες αρχές. 
Η κατανόησή τους και η εφαρμογή τους θα επιφέρουν αποτελεσματικότητα. 

Μπορεί όμως σε κάποιες περιπτώσεις να φαίνονται άσχετες μεταξύ τους γιατί δεν μετράει το εξωτερικό σχήμα, αλλά η εσωτερική τάση και πειθαρχία.

Κατ΄ αρχάς με την «στάση του σώματος» εννοούμε δύο πράγματα. 

Το πρώτο είναι η βασική θέση του σώματος την οποία μπορούμε να θεωρήσουμε ως βάση και ως πηγή δύναμης. Μέσω αυτής μετράμε όλες τις υπόλοιπες.

Η στάση αυτή είναι κοινή σε όλα τα αθλήματα και τις πολεμικές τέχνες. 

Είναι ο τρόπος με τον οποίο έχουμε τη μέγιστη δύναμη από το έδαφος και έχουμε το μέγιστο έλεγχο του κέντρου μας.

Το κέντρο μας δεν είναι μόνο το κέντρο βάρους, αλλά και το κεντρικό σημείο στο σώμα από το οποίο ξεκινάνε όλες οι κινήσεις. 

Το κέντρο αυτό βρίσκεται ακριβώς πιο κάτω από τον ομφαλό μας. 

Εκεί βρίσκεται συγκεντρωμένη η ενέργειά μας και όλες οι ανατολικές φιλοσοφίες επικεντρώνονται σε αυτό (το κέντρο μας είναι το κέντρο του σύμπαντος).

Έτσι στη στάση αυτή, την ιδεώδη, έχουμε την πλήρη στήριξη και αίσθηση του κέντρου μας και είμαστε πιο δυνατοί.

Στη συνέχεια θα δείξουμε με περισσότερα άρθρα την αξία αυτής της στάσης και την ανάπτυξή της από τους παίχτες. 

Στοιχεία της στάσης αυτής είναι η διατήρηση του κέντρου του ατόμου καθ΄ όλη την διάρκεια της κίνησης, η συνεχόμενη ροή δύναμης σε όλη την τροχιά μιας οποιοσδήποτε κίνησης, είτε αφορά σε χτύπημα είτε σε μετακίνησή μας μέσα στο γήπεδο. 

Το σώμα δεν γέρνει ιδιαίτερα σε καμία κατεύθυνση. Πόδια, λεκάνη και χέρια είναι στραμμένα προς την ίδια μεριά. Φυσικά η κίνηση αυτή προϋποθέτει και ενισχύει το αίσθημα της ασφάλειας και της αρμονίας.

Κατά την δεύτερη έννοια της θέσης, αναφερόμαστε σε κάθε πιθανή στάση που μπορεί να πάρει το σώμα μας λόγω ενός χτυπήματος οπουδήποτε στο γήπεδο. Όλες αυτές οι στάσεις είναι παράγωγα της βασικής θέσης του σώματος οπότε, όποιο σχήμα και αν έχει μία μας κίνηση, όλα βρίσκονται ενοποιητικά μέσα στη φύση της ύπαρξής μας, στα πλεονεκτήματα και τους περιορισμούς μας. Γνωρίζοντας τέλεια το «Ένα», η γνώση των υπολοίπων έρχεται αυτόματα και χωρίς περιορισμούς. Έτσι, όπως και αν χρειαστεί να τοποθετήσουμε το σώμα μας στο γήπεδο, δεν θα πρέπει να αναζητήσουμε νέα γνώση για να βρούμε τον τρόπο να επιτύχουμε δύναμη και ακρίβεια. Ο τρόπος είναι ένας, προέρχεται από την βασική θέση και πηγάζει από το κέντρο μας.

Το σώμα λειτουργεί πολύ αποτελεσματικά σχεδόν σε κάθε περίσταση, αρκεί να μη χάνεται το κέντρο του. Μπορούμε να αντιμετωπίσουμε κάθε κατάσταση, να μεταφερθούμε παντού στο γήπεδο και να αποζητήσουμε κάθε πιθανή γωνία για το χτύπημά μας χωρίς να χάσουμε το κέντρο μας επειδή προβήκαμε σε κάποια μη επιτρεπτέα κίνηση. Οι κινήσεις αυτές αφορούν την μετακίνησή μας στο γήπεδο και την μεταφορά της ορμής μας στην μπάλα.

Στη θέση ετοιμότητας ο παίχτης προσπαθεί να εφαρμόσει την βασική στάση. Ο κορμός του είναι σχετικά όρθιος, τα πόδια του λυγισμένα και ανοιχτά σχεδόν στο ύψος των ώμων. Η ρακέτα κρατιέται κοντά στο κέντρο και η στάση είναι χαλαρή. Αν τα πόδια είναι πολύ ανοιχτά και ο παίχτης σκυμμένος, δεν έχει δύναμη και δε μπορεί να ξεκινήσει γρήγορα προς όλες τις κατευθύνσεις.

Κατά την μετακίνηση στο γήπεδο ο παίχτης κινείται φυσικά (χωρίς να διαταράσσει εσκεμμένα τη στάση του με υπερβολική περιστροφή και πλάγια βήματα) προς το σημείο επαφής και με την μετακίνησή του αυτή φτάνει στη θέση που θα χτυπήσει την μπάλα. Σε αυτή την κρίσιμη στιγμή, στο σημείο μηδέν κατά την επαφή με την μπάλα περισσότερο συγγενείς τοπικά και χρονικά είναι οι κινήσεις ακριβώς πριν την επαφή (προετοιμασία) και ακριβώς μετά το follow throughO παίχτης σε όλες αυτές τις στιγμές έχει έλεγχο του κέντρου του και ποτέ δεν βγαίνει έξω από αυτό, παρά κινείται σε αυτό. 

Πως το πετυχαίνει όμως αυτό; Φυσικά δεν θα μείνει ακίνητος στη βασική θέση και θα περιμένει να ταξιδέψει η ενέργειά του υπερφυσικά στη μπάλα, αλλά θα κινηθεί ακολουθώντας τις επιτρεπτές κινήσεις.
Έτσι κατά τις δύο φάσεις της κίνησης θα κινηθεί εντός του κέντρου του. Σε καμία περίπτωση ο παίχτης δεν βγαίνει εκτός του κέντρου του. Ειδικά στην επαφή, η στάση είναι όσο γίνεται μέσα στο κέντρο μας, ώστε να υπάρχει η μέγιστη δύναμη και ο έλεγχος.

Αν παρατηρήσεις κάποιους αρχάριους παίχτες θα δεις ότι βγαίνουν εκτός κέντρου ήδη από την επαφή, ούτε καν στο τελείωμα. Ένας παίχτης όμως δεν έχει δύναμη εκτός κέντρου, οπότε είναι τελικά σαν να προσπαθήσουμε να χτυπήσουμε την μπάλα με την δύναμη της ….σκέψης μας. Ο μόνος τρόπος για να μετακινηθεί κάποιος προς την μπάλα είναι μαζί με το κέντρο του, δηλαδή να αλλάζει θέση στο γήπεδο με τα πόδια του και όχι με το να τεντώνεται.

 Περιστροφή

Η περιστροφή στο τένις είναι μια αρκετά σοβαρή υπόθεση. Έχει οικοδομηθεί ολόκληρη σχολή πάνω στην ψευδή υπόθεση πως αν κάτι είναι καλό, περισσότερο από αυτό θα είναι καλύτερο.

Η μεγάλη δόση φαρμάκου όμως κάνει το δηλητήριο και εν προκειμένω, η περιστροφή μπορεί αντί για βάλσαμο για το παιχνίδι σου να είναι φαρμάκι και για την αποτελεσματικότητά σου και για τις αρθρώσεις σου.

Το σώμα μπορεί να εκτελέσει περιστροφικές κινήσεις διατηρώντας την δύναμή του. Όμως αυτή η περιστροφή μόνο περιορισμένη μπορεί να είναι, διότι πέραν κάποιας γωνίας η δύναμη χάνεται. Αυτή η ωφέλιμη κίνηση φαίνεται ότι γίνεται καταστροφική, όταν κάνουμε υπερβολική περιστροφή, διότι:

·         Βγάζoυμε το σώμα εκτός δύναμης.
·         Ταλαιπωρούμε τις αρθρώσεις αφού χρησιμοποιούνται στα όριά τους,
·         Σπαταλάμε δύναμη επειδή προσπαθούμε να αναπληρώσουμε τη φυσική δύναμη από το κέντρο μας με περισσότερη μυϊκή προσπάθεια.


Το σώμα μετά από ένα σημείο και μετά δεν έχει δύναμη. Στο τένις σε αντίθεση με άλλα σπόρ, δεν είμαστε αναγκασμένοι να είμαστε ακίνητοι. Μπορούμε να εκμεταλλευτούμε και την ευθύγραμμη ορμή μας, έτσι ώστε να παραμένουμε στη τροχιά της μπάλας περισσότερο και σε συνδυασμό με την ωφέλιμη μόνο περιστροφή να έχουμε το μέγιστο αποτέλεσμα, όσον αφορά βέβαια τον συνδυασμό δύναμη-ακρίβεια.

Θα σταθώ σε μία θεμελιώδη αρχή της εμβιομηχανικής. Αν προσπαθήσεις να πετάξεις μια μπάλα, ενώ θα πάρεις φόρα με το σώμα σου, έπειτα θα το φρενάρεις (το σώμα) για να επιταχύνεις το χέρι σου και στο τέλος θα φρενάρεις τον αγκώνα σου για να συνεχίσει να επιταχύνει ο πήχης.

Στο ποδόσφαιρο το γόνατο σταματάει να κινείται σε ένα σημείο, για να συνεχίσει να επιταχύνει περισσότερο το πόδι και να κλωτσήσεις την μπάλα. 

Όταν δηλαδή επιταχύνεις, κάθε προηγούμενο μέλος σταματά για να δοθεί κίνηση στο επόμενο. 

Αυτή είναι η αρχή πάνω στην οποία χτίζεται η κινητική αλυσίδα.

Έτσι και στην κίνηση στο τένις κάθε προηγούμενη κίνηση πρέπει να φρενάρει, για να συνεχίσει η επόμενη πιο εκρηκτικά. Δηλαδή πρέπει να φρενάρουμε την λεκάνη μας από ένα σημείο και πέρα και όχι παραδομένοι στην παρόρμηση της στιγμής να εκτελούμε ανούσιες περιστροφές, πολύ έξω από το κέντρο μας. Είναι δυνατόν να βάλουμε όλη την ενέργεια με το χέρι μας την ώρα που η στήριξη στην λεκάνη έχει καταρρεύσει; Είναι σαν να προσπαθούμε να πετάξουμε μια μπάλα, ενώ είμαστε στην πίστα του παγοδρομίου, όπου η κάθε στήριξη έχει χαθεί.

Ένας παίχτης του τένις έχει την δυνατότητα να κινηθεί ελεύθερα μέσα στο γήπεδο και να επιλέγει κάθε φορά ποιος συνδυασμός περιστροφής και ευθύγραμμης κίνησης τον εξυπηρετεί καλύτερα. Η σχέση ρυθμού-έντασης πρέπει επίσης να απασχολεί ένα παίχτη του τένις διότι υπάρχει η φυσική τάση στον άνθρωπο να αυξάνει τον ρυθμό όσο αυξάνει η ένταση (δύναμη). Έτσι συχνά στην προσπάθειά μας να κάνουμε κάτι πιο δυνατά υποπέφτουμε σε τεχνικά λάθη, αν δεν ολοκληρώνουμε την κίνησή μας και την συντομεύουμε.

Το ζεύγος βημάτων 2, 4 , 6 οδηγεί στο σημείο επαφής. Αυτό ακούγεται προφανές, αλλά η πραγματικότητα είναι ότι οι περισσότεροι παίχτες φεύγουν μακριά από την μπάλα και έπειτα χρησιμοποιούν περιστροφή για να διορθώσουν την λάθος κατεύθυνσή τους. Η κατεύθυνση όμως που πρέπει να δίνεται από την αρχή πρέπει να είναι και η τελική. Η αλλαγή κατεύθυνσης μειώνει και τη δύναμη, αλλά αυξάνει και το χρόνο μέχρι την επαφή, το οποίο σημαίνει μεγαλύτερη σπατάλη ενέργειας με τη μορφή άσκοπης μετακίνησης.

Ώθηση δύναμης
Το γινόμενο μάζα επί ταχύτητα (m x uoρίζεται ως ορμή. Η ορμή είναι κάτι που ένα σώμα μπορεί να έχει σε μεγαλύτερο μικρότερο ή μηδενικό βαθμό. Είναι ένα μέγεθος το οποίο χαρακτηρίζει την κατάσταση ενός σώματος. Η ορμή η οποία είναι ένα χρήσιμο μέγεθος, το οποίο όμως δεν μας λέει ακριβώς τι θα συμβεί όταν το σώμα συγκρουστεί. Έτσι χρειαζόμαστε κι ένα δεύτερο μέγεθος. Το δεύτερο αυτό μέγεθος είναι η ώθηση δύναμης την οποία δεν κατέχει το σώμα, όπως την ορμή και την ταχύτητα, αλλά μπορεί να την αποκτήσει όταν αλληλεπιδρά με ένα άλλο σώμα.
Η ώθηση δύναμης ορίζεται ως το γινόμενο δύναμης επί τον χρόνο (f x t ), δηλαδή: Δύναμη Χρόνο μας δίνει ώθηση δύναμης, η οποία μεταβάλλεται σε ορμή.  

Άν π.χ. ένα φορτηγό κινείται με ταχύτητα 100km/h και πέσει πάνω σε ένα τοίχο με 100km/h θα διαλυθεί.

Αν αυτή η ορμή του μεταβληθεί επειδή πάτησε φρένο ο οδηγός ή έσκασαν τα δυο πίσω λάστιχα και μεγαλώσει ο χρόνος που θα πέσει στον τοίχο, τότε η σύγκρουση με τον τοίχο δεν θα είναι τόσο καταστρεπτική.

Τι σχέση μπορεί να έχει αυτό το παράδειγμα με ένα χτύπημα μπάλας του τένις; Η ώθηση που δίνει το χέρι μας στην μπάλα κατά την επαφή είναι ίδια κάθε φορά. Όμως πολλές φορές το χτύπημα είναι αδύναμο. Αυτό συμβαίνει επειδή κατά την μετακίνησή μας απομακρυνόμαστε από την μπάλα κι έτσι εφαρμόζουμε την ίδια δύναμη σε περισσότερο χρόνο και το «χτύπημα» είναι στην ουσία σπρώξιμο.

Πως λοιπόν μπορούμε να αυξήσουμε την αποτελεσματικότητά του χτυπήματος μας κάνοντας ταυτόχρονα οικονομία χρόνου; Με το να πηγαίνουμε προς το σημείο επαφής σε ευθεία γραμμή. Αν κινούμαστε παράλληλα προς την βασική γραμμή το χτύπημα μας δεν έχει δύναμη διότι απομακρυνόμαστε από την μπάλα. Το καλύτερο είναι να πηγαίνουμε εμείς να συναντήσουμε την μπάλα όπως έρχεται, δηλαδή να έχουμε κατεύθυνση προς την ερχόμενη μπάλα και ας είμαστε πολύ πίσω από την baseline. Λίγες μοίρες πιο μακριά μπορούν να κάνουν μια σημαντική διαφορά στην ορμή και την δύναμη. Η διατήρηση της ορμής εφόσον κινούμαστε σωστά προϋποθέτει διατήρηση της κατεύθυνσης. 

Αν πάω με κάποια βήματα στη μπάλα, σταματήσω και έπειτα προσπαθήσω να ακολουθήσω με το σώμα μου την μπάλα προς την μεριά που την στέλνω, τότε θα έχω αναιρέσει/εκμηδενίσει την κίνηση που ήδη έχω. Αυτή την κίνηση από την οποία έχω ήδη αρκετή ενέργεια, την καταστρέφω με την περιστροφή μου και σπαταλώ τριπλάσια ενέργεια αφού:
  1. Δεν χρησιμοποιώ την ορμή η οποία είναι γραμμική και έχει δημιουργηθεί από την μετακίνησή μου προς την μπάλα.
  2. Ξοδεύω ενέργεια για να φρενάρω.
  3. Ξοδεύω ενέργεια για να ξαναδημιουργήσω δύναμη προς άλλη κατεύθυνση, συνήθως υπερβάλλοντας στην περιστροφή.
Τι χρειάζεται να κάνω;                 
Να αποδεχτώ τους περιορισμούς της κατ’ ανάγκη υπό γωνία προσέγγισης της μπάλας και να κάνω το καλύτερο δυνατό υπό αυτές τις συνθήκες: Δύο κατευθύνσεις για ένα χτύπημα. 

Η μπάλα έρχεται πάνω σε μια γραμμή Α. 
Εγώ κινούμαι πάνω σε μια άλλη γραμμή Β που σχηματίζει αμβλεία γωνία σε σχέση με την πορεία της μπάλας. 

Για να χτυπήσω την μπάλα προς οποιαδήποτε κατεύθυνση Γ, Δ, Ε κ.λ.π., εγώ συνεχίζω να κινούμαι ακριβώς στην δική μου γραμμή, σε αυτή που είχα από το πρώτο κιόλας βήμα (Β).

Το αν η μετέπειτα κατεύθυνση της μπάλας θα είναι διαγώνια ή ευθεία, αυτό δεν έχει σχέση με το που θα στρίψω το σώμα μου, αλλά το πότε θα γίνει ιδανικά η επαφή της ρακέτας με την μπάλα.
  •       Αν κάνω την επαφή νωρίς, μπορώ και δίνω διαγώνια κατεύθυνση στην μπάλα.
  •       Αν κάνω την επαφή αργά, δίνω ευθεία κατεύθυνση στη μπάλα.
Έτσι το που θα στείλω την μπάλα είναι αποτέλεσμα του πόσο ακριβή ρυθμό έχω. Δηλαδή πότε θα κάνω επαφή σε σχέση με το επιθυμητό - όσον αφορά στην κατεύθυνση - αποτέλεσμα. 

Σίγουρα θα επανέλθω σε αυτό το θέμα. Επειδή δεν διεκδικώ το αλάθητο, περιμένω τις παρατηρήσεις και διορθώσεις που θα μου στείλουν άλλοι - πολλοί καλύτεροι, πιο έμπειροι και πιο επιστημονικά καταρτισμένοι δάσκαλοι του τένις.